Έκπληξη , περηφάνεια και δέος έννοιωσα όταν το 2010 επισκέφτηκα το Sain Gallen στην Ελβετία και βρέθηκα στην πανέμορφη βιβλιοθήκη της πόλης. Αρχικά, στην είσοδό της βλέπεις μια επιγραφή που γράφει στα ελληνικά «ΨΥΧΗΣ ΙΑΤΡΕΙΟΝ» και βρίσκεται ανάμεσα από δυο αγγέλους, πάνω από μια βαριά ξύλινη πόρτα. Δίπλα, υπάρχουν πάνινα παπούτσια που πρέπει να φορέσεις, ώστε να μπεις στο εσωτερικό της. Όταν ανακαινίστηκε στα μέσα του 17ου αιώνα από τον αρχιτέκτονα Peter Thube το Ελληνικό πνεύμα αλλά και η παρουσία ενός Έλληνα στην ομάδα ανακαίνησης άφησαν το στίγμα τους χαραγμένο σε αυτή την μοναδική βιβλιοθήκη .
Από το 1983 συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των τόπων παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO μαζί με ολόκληρη την περιφέρεια Abbey του St.Gallen. Η καρδιά της συλλογής είναι το κυρίως αυτοχθόνιο σώμα των χειρόγραφων της Καρολιάνθου-Οτόντον από τον 8ο έως τον 11ο αιώνα. Οι χώροι συλλογής του περιλαμβάνουν τους τομείς των μεσαιωνικών σπουδών, της επιστήμης των βιβλίων, της εκκλησίας και της μοναστικής ιστορίας και θεολογίας.
Η γραπτή κληρονομιά της μονής του St.Gallen, η οποία φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη, προστέθηκε επίσημα στον κατάλογο της «Μνήμης του Κόσμου» τον Οκτώβριο του 2017. Δικαιωματικά θεωρείται η πιο σημαντική μοναστηριακή βιβλιοθήκη σε όλο τον κόσμο καθώς διαθέτει πάνω από 160.000 τεκμήρια τα οποία χρονολογούνται από τον 8ο αιώνα και η ροκοκό αρχιτεκτονική του είναι αριστουργηματική
"ΨΥΧΗΣ ΑΚΟΣ" ΣΤΙΣ ΜΗΛΙΕΣ ΤΟΥ ΠΗΛΙΟΥ
Στα ίδια νοήματα μας παραπέμπει και ο χαρακτηρισμός της Βιβλιοθήκης Μηλεών του Πηλίου καθώς πρόκειται για την ονομασία που της χάρισαν οι ιδρυτές της. «Ψυχής Άκος» (θεραπεία ψυχής), ονόμασαν τη Μηλιώτικη Σχολή ο Άνθιμος Γαζής, ο Γρηγόριος Κωνσταντάς και ο Δανιήλ Φιλιππίδης, τρεις από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, που την ίδρυσαν το 1814 με στόχο τη δημιουργία ενός ανώτερου σχολείου στη γενέτειρά τους.
Η Μηλιώτικη Σχολή ξεκινά επίσημα τη λειτουργία της υπό τη διεύθυνση του Γρηγορίου Κωνσταντά στις 6 Αυγούστου 1815. Αν και οι οθωμανικές αρχές αρνήθηκαν να της δώσουν άδεια για να λειτουργήσει ως ανώτερο σχολείο, σύντομα έγινε γνωστή για το υψηλό επίπεδο διδασκαλίας και το καινοτόμο πρόγραμμα σπουδών (περιελάμβανε και τη διδασκαλία θετικών επιστημών με τη χρήση εποπτικών μέσων), καθώς και για την πλούσια βιβλιοθήκη της που ξεπερνούσε τους 10.000 τόμους. Η λειτουργία της διεκόπη το 1821 όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, με πρωτεργάτη στο Πήλιο τον Άνθιμο Γαζή. Παρά τις σοβαρές ζημιές και την απώλεια βιβλίων, χαρτών και οργάνων που υπέστη μετά την αποτυχία του κινήματος, η Σχολή επαναλειτουργεί το 1834 με διδάσκαλο πάλι τον Γρ. Κωνσταντά. Ο θάνατός του το 1844 σηματοδοτεί και το οριστικό κλείσιμο της Σχολής.
Η σημερινή Βιβλιοθήκη χτίστηκε με δωρεά της Μηλιώτισσας Κρυσταλλιάς Οικονομάκη το 1928. Το κτίριο, που βρίσκεται δίπλα στην πλατεία του χωριού και στον ιστορικό ναό των Αγίων Ταξιαρχών, ανακαινίστηκε το 1974 και απέκτησε δεύτερο όροφο σε σχέδια του Μηλιώτη αρχιτέκτονα Αργύρη Φιλιππίδη. Από το 1955 υπάγεται στο υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Εκτός από το ιστορικό τμήμα με το σπάνιο υλικό που εξυπηρετεί ερευνητές και φοιτητές, η Δημόσια Βιβλιοθήκη Μηλεών Πηλίου διαθέτει και σύγχρονο δανειστικό τμήμα, με χιλιάδες βιβλία και περιοδικά που εμπλουτίζονται τακτικά.
ΟΙ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ -ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Η πρώτη ελληνική βιβλιοθήκη ιδρύθηκε από τον Πεισίστρατο τον 6ο π.Χ. αιώνα, ήταν δημόσια και περιλάμβανε μεταξύ άλλων τα ομηρικά έπη Ιλιάδα και Οδύσσεια, των οποίων η καταγραφή είχε τελειώσει το 560 π.Χ. Τη βιβλιοθήκη αυτή άρπαξε ο Ξέρξης και τη μετέφερε στην Περσία, όπου και παρέμεινε μέχρι την επιστροφή της στους Αθηναίους από το Σέλευκο το Νικάτορα. Κατά το Στράβωνα, ο Αριστοτέλης είναι ο πρώτος ιδιώτης που συστηματικά συγκέντρωσε βιβλία με σκοπό το σχηματισμό βιβλιοθήκης. 'Άλλη μεγάλη ελληνική βιβλιοθήκη της αρχαιότητας ήταν εκείνη της Περγάμου, που ιδρύθηκε τον 2ο π.Χ. αιώνα από τον Ατταλο Α' ή το γιο του Ευμένη B'. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η βιβλιοθήκη περιείχε ήδη 200.000 τόμους όταν ο Αντώνιος τη μετέφερε στην Αλεξάνδρεια και την πρόσφερε στην Κλεοπάτρα.
Οι βυζαντινές βιβλιοθήκες διακρίνονται σε αυτοκρατορικές, μοναστηριακές, ιδιωτικές και πατριαρχικές. Ο Μέγας Κωνσταντίνος ίδρυσε μια σπουδαία βιβλιοθήκη στο Βυζάντιο, η οποία εμπλουτιζόταν συνέχεια από τους διαδόχους του. Το 1204, με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους, σημειώθηκαν σημαντικές καταστροφές και αρπαγές στις βιβλιοθήκες, που ολοκληρώθηκαν το 1453, κατά την άλωση της Πόλης από τους Τούρκους. Οι λόγιοι της διασποράς έσωσαν πολλά χειρόγραφα, που τυπώθηκαν αργότερα στην Ευρώπη, ενώ σημαντικά ελληνικά, εκκλησιαστικά και κλασικά βιβλία διασώθηκαν στις βιβλιοθήκες των μοναστηριών κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
Η πρώτη βιβλιοθήκη του νέου ελληνικού κράτους ιδρύθηκε από τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια το 1828 στην Αίγινα (πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδας), όπου στεγάστηκε στο Ορφανοτροφείο του νησιού και η λειτουργία της ανατέθηκε στον Ανδρέα Μουστοξύδη, πρόεδρο της επιτροπής του Ορφανοτροφείου.
Το 1832, με διάταγμα η βιβλιοθήκη ονομάστηκε Δημόσια και ορίστηκε διευθυντής της ο Γεώργιος Γεννάδιος. Το 1834 μεταφέρθηκε στην καινούργια πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, την Αθήνα, έχοντας περίπου 8 χιλιάδες τόμους. Αρχικά τοποθετήθηκε στο Λουτρό της Αγοράς και αργότερα στην εκκλησία του Αγίου Ελευθερίου, στην πλατεία Μητροπόλεως. Το 1842 η βιβλιοθήκη, που είχε ήδη 15 χιλιάδες τόμους, ενώθηκε τοπικά και διοικητικά με τη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Αθηνών, που είχε ιδρυθεί το 1838, και μεταφέρθηκε στο κτήριο του Πανεπιστημίου. Με βασιλικό διάταγμα του 1867 οι δύο βιβλιοθήκες συγχωνεύτηκαν σε μία, την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας, η οποία το 1903 μεταφέρθηκε στο κτήριο που βρίσκεται σήμερα, στην οδό Πανεπιστημίου, το οποίο κατασκευάστηκε το 1888 με δωρεά των αδελφών Βαλλιάννου από την Κεφαλλονιά, σε σχέδια του Δανού αρχιτέκτονα Χάνσεν και με εκτελεστή του σχεδίου το Γερμανό Τσίλερ.