Στα τρία πρώτα αφιερώματα για την Μετεωρολογία στη χώρα μας είχαμε αναφερθεί στον αρχαιότερο μετεωρολογικό οργανισμό του κράτους που υπήρξε το αρμόδιο τμήμα του Εθνικού Αστεροσκοπείου, το οποίο ιδρύθηκε το 1890 και το οποίο παρά τα πενιχρά μέσα που διέθετε, συνέβαλε ουσιωδώς στην επιστημονική μελέτη των καιρικών φαινομένων και συνακόλουθα στην εξυπηρέτηση της εθνικής οικονομίας( Οι σύνδεσμοι παρακάτω αν θέλετε να τα διαβάσετε για να έχετε συνέχεια)
1. https://kolydas.eu/2020/02/16/οι-ανθρωποι-και-οι-πολιτικεσ-πισω-απο/
2. https://kolydas.eu/2020/02/24/οι-άνθρωποι-και-οι-πολιτικές-πίσω-από/
3.https://kolydas.eu/2020/03/04/οι-άνθρωποι-και-οι-πολιτικές-πίσω-από-2/
Χάρη στην προσωπικότητα του διευθυντή του, Δημητρίου Αιγινήτη, το ίδρυμα απέκτησε διεθνές κύρος. Το συγκρότημα του Αστεροσκοπείου στα τέλη της δεκαετίας του '20 πέρα από τα επιστημονικά-διδακτικά πλαίσια, λάμβανε μέρος κατά καιρούς και σε τομείς εφαρμογής (ύδρευση Αθηνών, ρεύματα Ευρίπου). Ο δε Αιγινήτης συμμετείχε στο πενταμελές συμβούλιο των 200 διευθυντών μετεωροσκοπείων του κόσμου .
Η Μετεωρολογία έως και τα τα χρόνια του Α Παγκόσμιου πολέμου
Η Μετεωρολογία, διεθνώς σε επιχειρησιακό επίπεδο, άρχισε να χρησιμοποιείται συστηματικά κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, όπου φάνηκε η ουσιαστική συμβολή της στην έκβαση των στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Παρά τα διδάγματα της Μάχης του Βατερλώ του 1815, η έκβαση της οποίας κρίθηκε σε ένα βαθμό και από τις καιρικές συνθήκες κατά την άποψη του Βίκτωρα Ουγκώ στο έργο του "Οι Άθλιοι"και τα διδάγματα της καταστροφής του Αγγλογαλλικού στόλου στη Μαύρη Θάλασσα το 1854 από τη μη πρόβλεψη των καιρικών συνθηκών, έπρεπε να περάσει ένας χρόνος από την έναρξη του πολέμου, προκειμένου τα επιτελεία να ενδιαφερθούν σοβαρά για την πρόγνωση του καιρού.
Στη Γαλλία ο πρώτος Μετεωρολογικός Σχηματισμός, στο τέλος του 1914, ήταν η Υπηρεσία Εναέριας Άμυνας του περιχαρακωμένου στρατοπέδου των Παρισίων για την πρόβλεψη της καιρικής κατάστασης, που θα επέτρεπε τις εχθρικές αεροπορικές επιθέσεις κατά των Παρισίων.Παράλληλα δημιουργήθηκε Μετεωρολογικός Σχηματισμός, τον Απρίλιο και Μάϊο του 1915, στους λόχους ασφυξιογόνων αερίων, άλλως λόχοι Ζ, για την υποστήριξη των αποστολών τους, η επιτυχία των οποίων ήταν συνέπεια της ορθής πρόγνωσης κυρίως των ανέμων. Στην προπαρασκευή της πλέον σημαντικής μάχης του πολέμου στο Somme -τέλος της άνοιξης του 1916 - ο Στρατηγός Foch , διοικητής της ομάδας των Στρατιών του Βορά, ζήτησε τη δημιουργία ενιαίας Στρατιωτικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας για την υποστήριξη του επιτελείου και όλων των μονάδων του. Η οργάνωση ανατέθηκε, σε συνεργασία με το Υπουργείο των Ναυτικών, στον Υποπλοίαρχο Rouche. Η θύελλα που είχε ενσκήψει στο Δυτικό Μέτωπο στις 5 Μαίου 1916, με τις μεγάλες καταστροφές κυρίως στην Αεροπορία, είχε επιστήσει την προσοχή των ιθυνόντων για τη σπουδαιότητα του μετεωρολογικού παράγοντα στις στρατιωτικές επιχειρήσεις και οδήγησε στην οργάνωση της Υπηρεσίας αναγγελίας των θυελλών. Η Υπηρεσία αυτή διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στις στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Στην περίοδο του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου και σε ό,τι αφορά στη μετεωρολογική οργάνωση στο χώρο του Ελληνικού στρατεύματος δεν έχουν βρεθεί ιστορικά στοιχεία, που να μαρτυρούν μια οργανωμένη μορφή με δομές και υποδομές σε αυτό. Στο Μακεδονικό μέτωπο τη μετεωρολογική υποστήριξη των στρατευμάτων είχαν αναλάβει οι συμμαχικές δυνάμεις. Πάντως το 1920 ουσιαστικά άρχισε να οργανώνεται, μέσα στα τότε γνωστικά πεδία της Συνοπτικής Μετεωρολογίας, ο τομέας της πρόγνωσης του καιρού στο Εθνικό Αστεροσκοπείο. Στον παρακάτω χάρτη της 1ης Ιουλίου 1916 παρατηρούμε ότι υπάρχουν παρατηρήσεις σε Θεσσαλονίκη Αθήνα και Κρήτη.
Η Μετεωρολογία στον Ελληνικό Στρατό Ξηράς και στο Ναυτικό τη δεκατετία '20-'30 Στα τέλη του Αυγούστου του 1919 , επισκέφθηκε τον ανεμολογικό σταθμό της Αεροπορίας στο Γουδί – προερχόμενος από τη Γαλλία και μεταβαίνων στην Κωνσταντινούπολη , όπου τοποθετούταν ως αρχηγός της Μετεωρολογικού Κλιμακίου Στρατευμάτων Ανατολής – ο Γάλλος Λοχαγός πυροβολικού Robert Weissenburger, προκειμένου να διαμορφώσει προσωπική γνώμη για τη δυνατότητα ένταξης και του σταθμού των Αθηνών σε ένα μελετώμενο δίκτυο στα Βαλκάνια.
Τοn Σεπτέμβριο του 1919 ο παραπάνω Αξιωματικός με έγγραφο ζήτησε την αποστολή στην Κωνσταντινούπολη του Θεόκλητου Φιντικλή, μετέπειτα στελέχους της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας, προκειμένου να παρακολουθήσει την εκεί λειτουργία μετεωρολογικού σταθμού και στη συνέχεια να οργανώσει αντίστοιχο στην Αθήνα. Ο Θ. Φιντικλής επέστρεψε στην Αθήνα στις αρχές Ιανουαρίου 1920 έχοντας στις αποσκευές του και αρκετό υλικό ανεμοβολίσεων και σε συνεργασία με τον ανεμολογικό σταθμό Αεροπορίας στο Γουδί ιδρύεται στις 16 Ιανουαρίου 1920 ο πρώτος μετεωρολογικός σταθμός για τις ανάγκες του στρατεύματος και με συμμαχικές πλέον προδιαγραφές. Κεντρική αποστολή του σταθμού ήταν η παροχή μετεωρολογικών στοιχείων για τις ανάγκες του Πυροβολικού.
Μεταξύ των συντελεστών, που λαμβάνονταν υπόψη στον υπολογισμό των αρχικών στοιχείων μιας βολής ή μάλλον έπαιζαν σπουδαίο ρόλο ήταν και οι μετεωρολογικές παρατηρήσεις. Ό άνεμος αποκλίνει το βλήμα και η διαδρομή του ελαττώνεται, εφόσον αυξάνει η αντίσταση του αέρα, η οποία αντίσταση εξαρτάται από την πυκνότητα αυτού και που αυτή είναι συνάρτηση της πιέσεως, της θερμοκρασίας και της υγρασίας του αέρα. Οι πυροβολητές δεν αρκούνταν στην παρατήρηση του ανέμου στην επιφάνεια της γης, αλλά εισήγαγαν στον υπολογισμό της βολής και στοιχεία ανέμου καθ’ ύψος και κατά μήκος της βολής, στοιχεία που λάμβαναν με την εκτέλεση ανεμοβολίσεων
Στην περίοδο 1928 – 1929 ο τότε Υπολοχαγός Πυροβολικού Γεώργιος Ανδρουλακάκης εκπαιδεύτηκε στη Μετεωρολογική Σχολή της Γαλλίας για δύο περίπου χρόνια και στη συνέχεια πρόσφερε τις υπηρεσίες του για ένα χρονικό διάστημα στη νεοσύστατη Μετεωρολογική Υπηρεσία. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ένας άλλος Αξιωματικός του Πυροβολικού, ο τότε Υπολοχαγός Ευάγγελος Βουρλάκης, αρχικά αποσπάσθηκε στη νεοσύστατη Μετεωρολογική Υπηρεσία, αφού προηγουμένως είχε αποφοιτήσει από τη Σχολή Μετεωρολογίας του Εθνικού Αστεροσκοπείου και το Τμήμα Μετεωρολογίας της Σχολής Εφαρμογής Πυροβολικού
\Το Πολεμικό Ναυτικό της Ελλάδας δεν έμεινε ανεπηρέαστο από τα διεθνή μηνύματα του 19ου αιώνα { διεθνή συνέδρια για τη ναυτική μετεωρολογία, καταστροφή του συμμαχικού στόλου στη Μαύρη Θάλασσα το 1854 κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου από τις καιρικές συνθήκες κλπ }, αλλά και στη συνέχεια από τις εμπειρίες του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, που ανέδειξαν εντονότερα και στον εθνικό μας χώρο τη σπουδαιότητα του παράγοντα ΄΄ καιρός ΄΄, όχι μόνο στην ασφάλεια της ναυσιπλοϊας, αλλά και στην ακρίβεια των βολών των κανονιοφόρων του Πολεμικού Ναυτικού.Στα πεπραγμένα της Υδρογραφικής Υπηρεσίας μέχρι το 1922 αναφέρεται ότι στις αρμοδιότητες του Τμήματος Γεωδαισίας ήταν και οι μετεωρολογικές παρατηρήσεις και ότι στην περίοδο αυτή ιδρύθηκε παλιρροιογράφος και μετεωρολογικός σταθμός στον Πειραιά και εκπονήθηκε προμελέτη πυκνώσεως του δικτύου των ειδικών τούτων σταθμών στον Ισθμό και σε διάφορα μέρη του κράτους. Στην περίοδο 1928 - 1929 και πριν από την ίδρυση στο Υπουργείο Αεροπορίας της νέας και ενιαίας Μετεωρολογικής Υπηρεσίας του Ελληνικού κράτους, το Πολεμικό Ναυτικό αποστέλλει τον τότε μάχιμο Υποπλοίαρχο Ανδρέα Κυριακίδη για εκπαίδευση στην Εθνική Σχολή Μετεωρολογίας της Γαλλίας και για δίμηνη συμπληρωματική στην Αγγλία
Το διεθνές κλίμα και η Ελληνική πραγματικότητα την δεκαετία του 20
Μετά την κύρωση από την Ελλάδα το 1921 της πρώτης Αεροπορικής Σύμβασης των Παρισίων του έτους 1919 για τη διεθνή Αεροπλοϊα, η χώρα μας αναλάμβανε πλέον συμβατικές υποχρεώσεις στον τομέα της μετεωρολογικής υποστήριξης των πτήσεων των αεροσκαφών, όπως ειδικότερα καθορίζονταν στο σχετικό Παράρτημα { Annex G } της σύμβασης αυτής. Η διαμορφούμενη νέα εθνική και διεθνής μετεωρολογική πραγματικότητα υπερέβαινε τα στενά πλαίσια της μετεωρολογικής αποστολής του Εθνικού Αστεροσκοπείου, δεν έγινε καμία νέα θεσμική αναδιάταξη της αποστολής του μέχρι το 1931, ενώ δεν υπήρχε και η ανάλογη κρατική χρηματοδότηση, παρά την έντονη παρουσία της προσωπικότητας του Καθηγητή και Διευθυντή του Αστεροσκοπείου Δημητρίου Αιγινήτη. Να θυμίσουμε την αξιοσημείωτη συμβολή του Αιγηνίτη στη θεμελίωση του πρώτου οργανωμένου δικτύου μετεωρολογικών σταθμών στη χώρα μας.
Παρ' όλα αυτά, το 1925 η ελληνική κυβέρνηση δήλωνε στη Διεθνή Επιτροπή Αεροπλοΐας ότι δεν δύναται να εκπληρώσει τις προβλεπόμενες μετεωρολογικές υποχρεώσεις της, εξαιτίας του γεγονότος ότι το εν λόγω τμήμα προ πάντων ασχολείτο με την κλιματολογία. Άλλωστε, ο διέπων την λειτουργία του Αστεροσκοπείου νόμος 2118/1920, του είχε αναθέσει ως έργο «τήν έρευναν τού κλίματος τού τόπου, των ατμοσφαιρικών έν γένει φαινομένων και τού γηΐνου μαγνητισμού της χώρας». Ο στρατός, το ναυτικό, η αεροπορία δεν αντιπροσωπεύονταν.Για να ικανοποιηθούν και οι δικές τους ανάγκες χρειάσθηκε να δημιουργηθούν με τον καιρό άλλες τέσσερεις μετεωρολογικές υπηρεσίες προσαρτημένες στα Υπουργεία Στρατιωτικών, Ναυτικών, Αεροπορίας και Γεωργίας (Εφημερίς των Συζητήσεων τής Γερουσίας σελ. 1389)
Η κατάσταση από άποψη δικτύου και λειτουργίας της υπηρεσίας του Αστεροσκοπείου ήταν η εξής : Υπήρχε ένας σταθμός α' τάξεως στην Αθήνα, 36 β' τάξεως σε επαρχιακές πόλεις, 19 γ' τάξεως και 34 βροχομετρικοί, που παρατηρούσαν μόνον τη θερμοκρασία και τη βροχή. Σε όλους εκτελούνταν παρατηρήσεις κατά τις ώρες 08:00, 14:00 και 20:00. Διευθυντές των σταθμών ήσαν οι κατά τόπους εκπαιδευτικοί υπάλληλοι με αποτέλεσμα: α) οι σταθμοί να βρίσκονται στα σχολεία, να περιβάλλονται από οικίες και η πιστότητα της παρατήρησης (ιδίως για τους ανέμους) να διαστρεβλώνεται- β) να μην είναι δυνατή η πύκνωση των παρατηρήσεων, εφ' όσον ο διδάσκων ασχολείτο με το κύριο έργο του τη διδασκαλία - γ) η εκπαίδευσή τους πάνω στη μετεωρολογία να μην υπερβαίνει τις τρεις ημέρες- δ) επειδή η αμοιβή κυμαινόταν μεταξύ 40-200 δρχ. μηνιαίως, τις παρατηρήσεις τις εκτελούσαν κάποιες φορές οι άπειροι και αγγαρευόμενοι μαθητές. Ο τεχνικός εξοπλισμός του Αστεροσκοπείου χαρακτηριζόταν απογοητευτικός, καθώς συνίστατο από μερικά πεπαλαιωμένα όργανα στο Παλαιό Φάληρο και το Τατόι. Ανεμόμετρα και αυτογραφικά όργανα δεν υπήρχαν. Ως προς την εξυπηρέτηση των ξένων αερογραμμών κατεβλήθησαν υπέρμετρες προσπάθειες λόγω των υποχρεώσεων του ελληνικού κράτους έναντι των διερχομένων εταιρειών. Συγκεκριμένα, η Διεύθυνση Ιταλικής Αεροπλοΐας ζήτησε να λαμβάνει την παροχή προγνώσεων των Αθηνών για τους σταθμούς της Δωδεκανήσου.Ανάλογες αιτήσεις υπέβαλαν οι εταιρείες Aeroespresso, Air Union και Imperial Airways.
[embedyt] https://www.youtube.com/watch?v=Q6CeQiXHlAU[/embedyt]
Το Αστεροσκοπείο ενημέρωσε το Υπουργείο Αεροπορίας ότι θα απαντούσε σε αυτές αρνητικά, εάν προηγουμένως δεν συμπλήρωνε τις ελλείψεις του, οι οποίες συνίσταντο σε προσωπικό και μετεωρολογικούς σταθμούς κατά μήκος των γραμμών των παραπάνω εταιρειών, νυκτερινές παρατηρήσεις και αεροβολίσεις· επίσης, ζητούσε την αντικατάσταση όσων υπαλλήλων δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν λόγω ταυτόχρονης απασχόλησης σε άλλη δημόσια υπηρεσία. Τελικά, το Αστεροσκοπείο ανέλαβε την χορήγηση δελτίων στην Aeroespresso επί πληρωμή, ενώ την Imperial Airways ανέλαβε να εξυπηρετήσει το αρμόδιο τμήμα του Υπουργείου Αεροπορίας.Όλα τα αιτήματα του Αστεροσκοπείου έπεσαν στο κενό διότι είχε ήδη δρομολογηθεί δημιουργία μιας άλλης Μετεωρολογικής Υπηρεσίας.
Η Μετεωρολογική Υπηρεσία του Υπουργείου Αεροπορίας
Οι λόγοι που υπαγόρευσαν την δημιουργία αυτής της παράλληλης υπηρεσίας πρέπει να αναζητηθούν κατ' εξοχήν στη ζωτική σύνδεση μεταξύ πτήσεων και προγνώσεων. Η Διεθνής Μετεωρολογική Διάσκεψη της Ουτρέχτης (1923) είχε διατυπώσει την ευχή η μετεωρολογική υπηρεσία κάθε χώρας να βρίσκεται υπό την εξάρτηση υπηρεσιών, με τις οποίες είχε στενή σχέση από άποψη πρακτικών εφαρμογών. Δεδομένου ότι η αεροπλοΐα έχει μεγαλύτερη συνάφεια με τη μετεωρολογία παρά η αστρονομία, θα έπρεπε να την κηδεμονεύει το υπουργείο αεροπορίας. Επειδή λοιπόν, οι προγνώσεις του Αστεροσκοπείου κρίνονταν ανεπαρκείς, όπως φανέρωναν οι διαμαρτυρίες του Γενικού Επιτελείου Στρατού, της Υδρογραφικής Υπηρεσίας και της Aeroesspresso, σε βαθμό που το πολεμικό και εμπορικό ναυτικό να χρησιμοποιούν δελτία ξένων χωρών (π.χ. της Μάλτας), φαινόταν επιβεβλημένη η δημιουργία μιας νέας υπηρεσίας. Τα τακτικά έξοδα της υπηρεσίας αυτής υπολογίσθηκαν σε 6-7 εκατομμύρια δρχ, πέραν των 5 εκ. δρχ. που θα απαιτούντο για την εγκατάσταση των νέων σταθμών. Μέχρι τότε η ετήσια δαπάνη για την μετεωρολογία ανερχόταν μόλις σε 2 εκατομμύρια δραχμές !
Στις 11 Ιανουαρίου 1930 ο Α. Ζάννας συναντά αυτοπροσώπως τον Καθηγητή Δημήτριο Αιγινήτη, προκειμένου να ευρεθεί λύση στο αντιμετωπιζόμενο πρόβλημά του. Κατά την πρώτη αυτή επικοινωνία δεν βρέθηκε λύση για την άμεση υποστήριξη του Υπουργείου του από το Εθνικό Αστεροσκοπείο. Επειδή οι συζητήσεις του Υπουργείου με το Εθνικό Αστεροσκοπείο δεν κατέληγαν σε συγκεκριμένη μεθόδευση επίλυσης του προβλήματος, το Υπουργείου Αεροπορίας, όπως και προηγουμένως έχει αναφερθεί, προβαίνει στο πρώτο οργανωτικό του νομοθέτημα, τον Φεβρουάριο του 1930 και οργανώνει τη Μετεωρολογική του Υπηρεσία με τον τίτλο "Μετεωρολογικό Τμήμα" Υπουργείου Αεροπορίας
Μετά την άρνηση του Δ. Αιγινήτη καταρτίστηκε ένα νομοσχέδιο για ίδρυση 20 μετεωρολογικών σταθμών κατά μήκος των αερογραμμών και αναβάθμιση του δικτύου των σταθμών του Αστεροσκοπείου και οι παρατηρήσεις αυτών θα λαμβάνονταν ταυτόχρονα και από τη Μετεωρολογική Υπηρεσία του Υπουργείου Αεροπορίας., προκειμένου αυτή να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της στην Πολιτική και Πολεμική Αεροπορία. Τον Ιούνιο του 1930 κατατέθηκε το νομοσχέδιο αυτό στη Γερουσία, με το οποίο ουσιαστικά ιδρυόταν ιδία Μετεωρολογική Υπηρεσία στο Υπουργείο Αεροπορίας, με διευρυμένη την αποστολή της. Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή της Γερουσίας, με την εισήγηση του Γερουσιαστή Βασίλειου Αιγινήτη, αδελφού του Διευθυντή του Αστεροσκοπείου, έκρινε ότι αντί της προτεινόμενης λύσης θα ήταν προτιμότερη η σύσταση ενιαίας Μετεωρολογικής Υπηρεσίας στο κράτος μας. Ο Υπουργός Αεροπορίας απέσυρε το νομοσχέδιο αυτό και το παρέπεμψε σε επιτροπή από πανεπιστημιακούς και εκπροσώπους άλλων κρατικών φορέων, η οποία τελικά δεν έβγαλε πόρισμα λόγω διαφωνιών των μελών της.
Σύμφωνα με το σχεδιασμό, θα ιδρύονταν 20 περίπου σταθμοί κατά μήκος των 17 συνολικά γραμμών επί των οποίων ενεργούσαν 11 εταιρείες την δεδομένη στιγμή.Ωστόσο, από την αρχή εμφανίσθηκαν προσκόμματα. Όταν το τμήμα προέβη σε προκήρυξη προμήθειας μετεωρολογικών οργάνων, ώστε να μπορέσει να ιδρύσει δικούς του σταθμούς, αυτή ματαιώθηκε κατόπιν εντολής του προέδρου της κυβέρνησης. Το Αστεροσκοπείο από την πλευρά του αρνείτο κάθε συνεννόηση μαζί του. Η εξυπηρέτηση των αναγκών της αεροπορίας αποδεικνυόταν ανεπαρκής. [embedyt] https://www.youtube.com/watch?v=0eeUetkIz1o[/embedyt] Η δημιουργία της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας μέσα από πολιτικές και επιστημονικές αντιπαραθέσεις Η ραγδαία άνοδος του αεροπορικού παράγοντα και η δραματική του εξάρτηση όπως αναφέραμε από την καιρική πρόβλεψη, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή εφαρμογή της μετεωρολογικής επιστήμης, επέβαλαν την αλλαγή του θεσμικού πλαισίου. Μια αλλαγή που προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις για τον τρόπο που επιχειρήθηκε ( Έφημερίς των συζητήσεων τής Γερουσίας, συνεδρίαση 109η, 3.7.1931, σ. 1374- Άρχείον τής Γερουσίας, σύνοδος 1930-31, τ. Γ', σ. 1592- Α. Ζάννας, ό.π., 1.8.1931, τ. 83, σ. 786) .
Η συμμετοχή του Αιγινίτη στην Κυβέρνηση Θεόδωρου Πάγκαλου, ενός πανεπιστημιακού με Βενιζελικό παρελθόν, μπορεί να υπαγορεύτηκε από την πεποίθηση του Αιγινίτη για την αναγκαιότητα εύρεσης δραστικών λύσεων , όμως το γεγονός αυτό και μόνο εναι πιθανόν να αποτέλεσε και το κυριότερο σημείο αντίθεσής του με τον ο Αλέξανδρο Ζάννα. Παρότι οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές, αρχικά συμφώνησαν ως προς το ενιαίο και αδιαίρετο της υπηρεσίας η απόφαση της διάσπασης είχε ήδη ληφθεί από τον υφυπουργό που είχε την στήριξη του Βενιζέλου . Ενώ ο Ζάννας την ήθελε υπαγόμενη στο Υπουργείο Αεροπορίας, ο Αιγινίτης επιθυμούσε τη διατήρησή της υπό την διεύθυνση του Αστεροσκοπείου. Αρχικά, υιοθετήθηκε η μέση οδός οτι όλα τα παρατηρητήρια θα έδιναν τηλεγραφήματα σε διπλούς αποδέκτες. Όμως έπειτα από ένα έτος, τον Δεκέμβριο του 1930 ο Βενιζέλος παραιτήθηκε από Υπουργός Αεροπορίας και τη θέση του πήρε ο Ζάννας. Έτσι αρχές του 1931 ο νέος Υπουργός συγκρότησε υποεπιτροπή ειδικών, απόντος του Αιγινήτη, η οποία αποφάνθηκε υπέρ της άμεσης υπαγωγής της υπηρεσίας στο Υπουργείο Αεροπορίας . Κι ενώ προς την ίδια εξέλιξη συνηγόρησε η κοινοβουλευτική επιτροπή (πολιτικά αυτονόητο) , όλα τα ανώτερα επιστημονικά ιδρύματα υποστήριξαν την παραμονή της μετεωρολογικής υπηρεσίας στον ουσιαστικά αυτόνομο οργανισμό του Εθνικού Αστεροσκοπείου. Τελικά, μέσα απο μεγάλες αντιθέσεις ιδρύθηκε η Ελληνική Μετεωρολογική Υπηρεσία ως η μόνη του κράτους, εξαρτημένη από το Υπουργείο Αεροπορίας, με πρωταρχικό σκοπό την εξυπηρέτηση των αναγκών της αεροπορίας, της γεωργίας, των δημοσίων έργων, των στρατιωτικών επιχειρήσεων και της ναυτιλίας.
Ο Αλέξανδρος Ζάννας (μέσο, κοιτά αριστερά)
Οι επιφυλάξεις για τα τυπικά προσόντα
Οι επιφυλάξεις των πολεμίων του νομοσχεδίου, οι οποίες διατυπώθηκαν τόσο στην Βουλή όσο και στη Γερουσία, αφορούσαν τη διατήρηση του επιστημονικού επιπέδου της υπηρεσίας. Και τούτο διότι δεν προβλέπονταν τυπικά προσόντα για τη στελέχωσή της ούτε καν για τις θέσεις των διευθυντών. Το παράδειγμα του προηγουμένου διευθυντή του Μετεωρολογικού Τμήματος του Υπουργείου Αεροπορίας είναι ενδεικτικό. Ο Ζάννας ύστερα από άκαρπες κρούσεις στο εσωτερικό και αφού είχε κρίνει δαπανηρή την μετάκληση ξένου επιστήμονα, αποφάσισε να τοποθετήσει επικεφαλής έναν αξιωματικό. Εστάλη λοιπόν, αξιωματικός του ναυτικού για εννεάμηνη εκπαίδευση στο Μετεωροσκοπείο Παρισίων, και αφού επέστρεψε έγινε πρώτα καθηγητής μετεωρολογίας στην Ναυτική Σχολή Δοκίμων και στη συνέχεια διευθυντής της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας. (αναφορά υπάρχει στην Εφημερίδα των συζητήσεων τής Γερουσίας, σ. 1383-1384 και 1390-1391-Διδακτορικό Παπανδρώνου . Κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου αυτού στα νομοθετικά σώματα, τον Ιούνιο και Ιούλιο του 1931, συνεχίστηκε η αντιπαράθεση, με πρωταγωνιστή τον Γερουσιαστή Βασίλειο Αιγινήτη, αδελφό του Καθηγητή και Διευθυντή του Εθνικού Αστεροσκοπείου Δημητρίου Αιγινήτη. Υπήρξαν κυρίως στα δύο κεντρικά σημεία, η υπαγωγή της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας στο Υπουργείο Αεροπορίας και το πρόσωπο του Διευθυντή της νέας Υπηρεσίας. Ως προς το πρόσωπο που θα ασκούσε τη διεύθυνση της Υπηρεσίας η άποψή του ήταν ότι αυτό έπρεπε να είχε και το αναγκαίο επιστημονικό υπόβαθρο. Στο δεύτερο αυτό σημείο τελικά περιορίστηκε η αντιπαράθεση των υποστηρικτών του Εθνικού Αστεροσκοπείου και του Υπουργείου Αεροπορίας. Στο σημείο αυτό εκτοξεύθηκαν ευθείες βολές στο πρόσωπο του τότε Υποπλοιάρχου Ανδρέα Κυριακίδη καθώς και εναντίον του Πλοιάρχου Π Ν Περικλή Ρουσσέν. Ο Ζάννας έχοντας στήριξη ορισμένων κύκλων είχε ήδη λάβει ήδη τις αποφάσεις του. Παρ’ ότι στο σχετικό άρθρο του νομοσχεδίου δεν καθοριζόταν με σαφήνεια αν ο Διευθυντής και ο Υποδιευθυντής της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας θα ήταν Αξιωματικός ή πολιτικός υπάλληλος - θεσπίζονταν σε αυτό μόνο αξιολογικά κριτήρια - είχε κατά νου αυτό που στη συνέχεια υλοποίησε.Πρώτος Διευθυντής της Μ Υ ο Πλοίαρχος Π Ν Περικλής Ρουσσέν και πρώτος Υποδιευθυντής της ο Υποπλοίαρχος Π Ν Ανδρέας Κυριακίδης.
P. Roussen and Lilly
Η πλευρά του Αστεροσκοπείου υπεραμύνθηκε της πλήρωσης των στελεχών της υπηρεσίας από πτυχιούχους φυσικομαθηματικούς. Το υπουργείο υποστήριξε ότι εξ ίσου ικανοί γνώστες της μετεωρολογίας ήσαν οι απόφοιτοι της Σχολής Δοκίμων και διευθυντής τελικά ορίσθηκε αξιωματικός.. Όσο για την πλήρωση των θέσεων του κατάλληλου τεχνικού προσωπικού, απλώς έγινε έμμεση "εξαγορά" των υπαλλήλων του Αστεροσκοπείου, μιας και οι μισθοί στη νέα υπηρεσία ήσαν αυξημένοι προκλητικά,με αποτέλεσμα η μετακίνηση επιστημόνων να καταστεί αθρόα. Ειδικότερα, τη διοίκηση ασκούσε συμβούλιο διοριζόμενο και προεδρευόμενο από τον υπουργό Αεροπορίας (ή το διευθυντή της Ε.Μ.Υ.) και αποτελούμενο από εκπροσώπους των υπουργείων Στρατιωτικών, Ναυτικών, Γεωργίας, Συγκοινωνίας, Εθνικής Οικονομίας, τους καθηγητές μετεωρολογίας του Πανεπιστημίου και του Πολυτεχνείου, το διευθυντή του Αστεροσκοπείου, τους διευθυντές Πολεμικής και Πολιτικής Αεροπορίας και τους διευθυντή (διοικητικός)-υποδιευθυντή (τεχνικός) της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας. Το Αστεροσκοπείο απογυμνώθηκε από τα όργανα της φυσικομαθηματικής σχολής του Πανεπιστημίου και τα εργαστήριά της ουσιαστικά διαλύθηκαν. Αντιγνωμία εγέρθηκε και για τον κίνδυνο διάλυσης του Γεωδυναμικού Τμήματος, που ξεπεράστηκε με την διαβίβαση των σεισμολογικών παρατηρήσεων μέσω της Ε.Μ.Υ
Σημεία του παρελθόντος που έχουν κάποια κοινά με το σήμερα
H νέα υπηρεσία δημιουργήθηκε για να καλύψει τις άμεσες ανάγκες της αεροπορίας στο καίριο ζήτημα των προγνώσεων, λόγω της γενικότερης ανεπάρκειας του προσωπικού και υλικοτεχνικής υποδομής που μάστιζε τη χώρα. Η νέα υπηρεσία απομύζησε το προϋπάρχον τμήμα του Αστεροσκοπείου, αναλαμβάνοντας αναπόφευκτα και την επιστημονική πρόοδο του κλάδου.( Ε.τ.Κ. 1932, φ. 374, δ. 11.10.1932., καθώς με το ίδιο διάταγμα οργανώθηκε η Μετεωρολογική Σχολή της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας Ένα άλλο χαρακτηριστικό του νέου οργανισμού ήταν η δαπανηρότητα — μομφή την οποία εισέπραττε επανειλημμένως ο Ζάννας — όχι μόνο εξ αιτίας του μισθολογίου, αλλά και της πληθώρας τμηματαρχών. Η Κεντρική Υπηρεσία παρόλα αυτά χαρακτηριζόταν από ένδεια υλικών μέσων και δυσκολία αντικατάστασης των φθειρόμενων υπαρχόντων (π.χ. ένα και μοναδικό πρότυπο βαρόμετρο υπήρχε στον σταθμό Αθηνών). Οι μισές από τις προβλεπόμενες οργανικές θέσεις του ν. 5258 ήσαν κενές, το ανεπαρκές προσωπικό εργαζόταν υπερεντατικά, αλλά πάλι δεν προλάβαινε να εκτελέσει επιστημονικές εργασίες. Η έλλειψη χώρου ήταν αισθητή, καθώς το τμήμα ενός μόνον ορόφου του Υπουργείου Αεροπορίας κάθε άλλο παρά διευκόλυνε τις συνθήκες εργασίας. Τέλος, η ανέγερση Μετεωροσκοπείου Αθηνών έμεινε στα χαρτιά, επειδή το σχέδιο της Διεύθυνσης Δημοσίων Έργων ματαιώθηκε, εξ αιτίας της οικονομικής δυσπραγίας.
Παρά τον νέο Νόμο η ποιότητα των παρατηρήσεων δεν ήταν πάλι η πρέπουσα, επειδή το χαμηλό επίδομα που λάμβαναν οι παρατηρητές (125-400 δρχ. μηνιαίως) τους ωθούσε στο να θεωρούν την άσχετη προς την κύρια εργασία τους ενασχόληση ως αγγαρεία. Ελάχιστοι από αυτούς είχαν εκπαιδευθεί καταλλήλως, η εξεύρεση νέων ήταν δύσκολη, ενώ η Ε.Μ.Υ. δεν μπορούσε να επέμβει πειθαρχικά σε υπαλλήλους μη υπαγόμενους διοικητικά σε αυτήν. Πέτυχε μόνο την κατ' έτος μετεκπαίδευση 50 καθηγητών και δημοδιδασκάλων. Η ανεπάρκεια του αριθμού προγνώσεων εξακολουθούσε να ορθώνεται ανυπέρβλητο εμπόδιο, καθώς ο πιλότος που αναχωρούσε στις 09:00 το πρωί από το Τατόι λάμβανε το δελτίο καιρού των παρατηρήσεων της νυκτερινής προτεραίας! Και το πρόβλημα της στέγασης των σταθμών δεν επιλυόταν, με αποτέλεσμα να γίνονται μετακινήσεις από τη μια ιδιωτική κατοικία στην άλλη, να υπάρχουν κακές εγκαταστάσεις και να υπάρχει φθορά των λιγοστών οργάνων. Με τον Μεταξά στο υπουργείο Αεροπορίας (από το 1936) έγιναν κάποιες διορθωτικές κινήσεις, όπως: η πρόσληψη 5 μετεωρολόγων και ισάριθμων μονίμων παρατηρητών, η παραγγελία υλικού από τη Γερμανία και η έναρξη της ανοικοδόμησης οικίσκων για τη μόνιμη εγκατάσταση των αστέγων σταθμών α' τάξεως .Ακόμη, άρχισε να λειτουργεί σταθμός στο Λυκαβηττό, και δεύτερος σταθμός αεροβολίσεων στη Θεσσαλονίκη. Τέλος, ξεκίνησε προεργασία για την ίδρυση ορεινών μετεωρολογικών σταθμών στον Όλυμπο και τον Αίνο Κεφαλληνίας. Όπως ήδη αναφέρθηκε, η Ελλάδα συμμετείχε και μάλιστα ευρισκόμενη σε περίοπτη θέση, τόσο εξ αιτίας της αίγλης του Αστεροσκοπείου όσο και της κομβικής γεωγραφίας της, στη Διεθνή Μετεωρολογική Οργάνωση .
Ο Αλέξανδρος Ζάννας (δεξιά) συνοδεύει τον Ελευθέριο Βενιζέλο σε κάποια επίσημη εκδήλωση. Η παραπάνω φωτογραφία έχει ληφθεί στις 10-4-1933 και έχει αφιέρωση στην Π. Σ. Δέλτα, στενή φίλη του Ελ. Βενιζέλου και πεθερά του Αλ. Ζάννα (από το αρχείο του Αλ. Π. Ζάννα).
Μπορεί το ξεκίνημα της ίδρυσης της Μετεωρολογίας να μη ξεκίνησε καλά , όμως η ραγδαία ανάπτυξη της ελληνικής πολεμικής και πολιτικής αεροπορίας στο διάστημα 1929-1932 οφείλει πολλά στους δύο πολιτικούς Βενιζέλο και Ζάννα . Με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, όπως έχουμε αναφέρει αναλυτικά σε άλλο άρθρο για το έπος του 40 συστάθηκε το Μετεωρολογικό Γραφείο του Γενικού Στρατηγείου (Μ.Γ./Γ.Σ.), το οποίο είχε ως αποστολή τη μετεωρολογική υποστήριξη των πολεμικών επιχειρήσεων. Το Μ.Γ./Γ.Σ., λειτούργησε στα υπόγεια του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετανία και στελεχώθηκε από τον επισμηναγό της ΕΜΥ Ευάγγελο Βουρλάκη, τον καθηγητή μετεωρολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Ηλία Μαριολόπουλο, που είχε επιστρατευθεί ως έφεδρος ανθυποσμηναγός, και τους υπαλλήλους του επιστημονικού κλάδου της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας Αθανάσιο Κεφαλά και Θεόκλητο Φιντικλή. Το Μετεωρολογικό Γραφείο του Γενικού Στρατηγείου υποστηριζόταν από την Κεντρική Υπηρεσία της Μ.Υ. που ήταν εγκατεστημένη στην οδό Αμερικής, αριθμός 10. Διευθυντής ήταν ο Πλοίαρχος του Π.Ν. Γεώργιος Χορς και Υποδιευθυντής ο Αντισμήναρχος Ανδρέας Κυριακίδης. Σημειώνεται ότι στην ομάδα των προγνωστών της Μ.Υ. είχαν ενσωματωθεί οι επιστρατευθέντες πανεπιστημιακοί Λεωνίδας Καραπιπέρης και Βασίλειος Κυριαζόπουλος. Θα μνημονεύσω σε αυτό το σημείο και τους παρατηρητές της ΜΥ, αυτούς τους άγνωστους ήρωες που και αυτοί κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες συνέβαλλαν στην ενημέρωση για τις καιρικές συνθήκες, η οποία διατηρήθηκε ζωντανή στις μέρες μας. Εκτός όμως από τις προγνώσεις της εποχής, το προσωπικό της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας κατάφερε με τη βοήθεια των Μυστικών Υπηρεσιών της Μεγάλης Βρετανίας να αποκρυπτογραφήσει τις μετεωρολογικές εκπομπές της Ρώμης προς τις μονάδες του ιταλικού στρατού στην Αλβανία. Με αυτό τον τρόπο μάθαινε τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν δυτικά της χώρας, πράγμα σημαντικό για τις προβλέψεις του καιρού στη ζώνη των επιχειρήσεων. Επίσης εκπόνησε ειδικό κρυπτογραφικό κώδικα που χρησιμοποιούνταν για τις ελληνικές μετεωρολογικές εκπομπές.
Συνεχίζεται.....
ΠΗΓΕΣ: Η γέννηση και η ανάπτυξη της πολιτικής αεροπορίας στην Ελλάδα - Γεώργιος Παπανδρώνου , Ευάγγελου Μαντή : Ιστορία Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας, τόμος Α- Μαριοπούλειο-Καναγκίνειο Ίδρυμα, Αθήνα 2015. Στεφάνου Παπαγιαννάκη Ο Καιρός κατά τον Ελληνοϊταλικόν Πόλεμον 1940-41, ΕΜΥ, Giorgio Rizzo «Ο πικρός πόλεμος -Η ελληνο-ιταλική σύγκρουση, www.ergo1.gr ,Beitrage zur Physikalischen vonGriechland», http://www.meteo.noa.gr/GR/iersd_history_gr.htm , https://el.wikipedia.org/wiki/Δημήτριος_Κοκκίδης, Manual of Meteorology , http://magazine.noa.gr/archives/1814, https://www.news247.gr/afieromata... , , https://el.wikipedia.org/wiki/Αλέξανδρος_Ζάννας