"ως δ’ ότ’ αν ποντοίο ναύτοισι φανείη
καιομένου πυρός τόδε καίεται
υψόθ’ ορέφσιν"
Όμηρος ( Ιλιάδα)
Η πρώτη αναφορά στους φάρους, τους ακίνητους συντρόφους και παρατηρητές θαλασσοπόρων και ταξιδιωτών, απαντάται στον Όμηρο. Η ίδρυση και η λειτουργία των φάρων, από αρχαιοτάτων χρόνων, συνδέεται με τη γεωγραφική θέση κάθε χώρας και την ανάγκη του ανθρώπου να ταξιδέψει πέρα από τα γνωστά όρια και να ανακαλύψει την άκρη του κόσμου. Οι ανάγκες του θαλάσσιου εμπορίου και της ναυσιπλοΐας επέβαλαν, από τα τέλη του 18ου αιώνα, την ανάπτυξη ενός οργανωμένου δικτύου φάρων που θα προστάτευαν όσους έπλεαν στα στενά περάσματα, σε περιοχές με επικίνδυνες ξέρες και υφάλους και θα τους καθοδηγούσαν στα λιμάνια. Οι πέτρινοι Φάροι και οι Φανοί αποτελούν παραδοσιακά μνημεία με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική κατασκευή και εξακολουθούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη και ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, είναι συνδεδεμένοι με την ναυτική παράδοση της Ελλάδας και αποτελούν σημείο αναφοράς για τους ναυτιλλόμενους. Το φαρικό δίκτυο της χώρας μας θεωρείται από τα μεγαλύτερα και πιο οργανωμένα στον κόσμο. Αυτό αποτελείται από 1309 φάρους, φανούς και φωτοσημαντήρες εκ των οποίων οι 57 είναι επιτηρούμενοι, ενώ οι 6 είναι μόνιμα επανδρωμένοι.
Η ονομασία των φάρων συνδέεται άμεσα με τον πύργο που έκτισε στο Αιγυπτιακό νησί Φάρος, στα ανατολικά της εισόδου του λιμανιού της Αλεξάνδρειας, ο μεγάλος Αρχιτέκτονας των Ελληνιστικών χρόνων Σώστρατος. Ο πύργος κτίστηκε στις αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα και κατέρρευσε από σεισμό τον 8ο μ. Χ. αιώνα. Από το όνομα αυτού του νησιού της Αιγύπτου πήραν την ονομασία τους όλοι οι πυρσοφόροι πύργοι, οι οποίοι χρησίμευαν για την επισήμανση της πορείας των πλοίων εκτοπίζοντας κάθε άλλη γνωστή μέχρι τότε ονομασία.
Σημαντικότεροι Φάροι στην αρχαιότητα ήταν ο Φάρος της Αλεξάνδρειας και ο Κολοσσός της Ρόδου, ενώ σήμερα αναμφίβολα θεωρείται το Άγαλμα της Ελευθερίας στη Νέα Υόρκη στις ΗΠΑ, έστω κι αν ουσιαστικά δεν φωτοδοτεί. Στην Ελλάδα σε κάποιες πόλεις οι υφιστάμενοι φάροι αποτελούν τα σύμβολά τους όπως ο Φάρος της Αλεξανδρούπολης για την Αλεξανδρούπολη, ο Φάρος της Κρανάης για το Γύθειο, ο Φάρος της Πάτρας για την Πάτρα. ο Φάρος Τουρλίτης για την Άνδρο κτλ. Ο Αισχύλος στο έργο του “Αγαμέμνων” περιγράφει την είδηση της πτώσης της Τροίας, η οποία μεταδόθηκε ως τις Μυκήνες με τις φρυκτωρίες οι οποίες έμοιαζαν με τους σημερινούς φάρους και παράλληλα έστελναν με ειδικά σήματα κ'αποια μυνήματα . Ενδιάμεσοι σταθμοί μεταδόσεως υπήρχαν στην Ίδη της Μυσίας, στο Ακρωτήρι της Λήμνου (σημερινή Πλάκα), στον Άθω, στο βουνό Μάκιστο και στις πλαγιές του Αραχναίου. Χαρακτηριστικά παραδείγματα συνεννόησης με οπτικό σήμα φωτιάς συναντάμε στις περιπτώσεις όπου η Μήδεια ύψωσε αναμμένο πυρσό για να ειδοποιήσει τους Αργοναύτες να πάνε στην Κολχίδα ή όταν ειδοποιείται με πυρσό ο Αγαμέμνονας για την είσοδο του Δούρειου Ίππου στην Τροία από τον Σίνωνα και με πυρσό που σήκωσε ο ίδιος προς τον ελληνικό στόλο στην Τένεδο, δίνοντάς του το σήμα της επιστροφής και κατάληψης της ανοχύρωτης πολιτείας.
Η ακριβής χρονολογία κατασκευής του πρώτου Ελληνικού σύγχρονου φάρου δεν μας είναι γνωστή. Η προφορική παράδοση αναφέρει ότι ο πρώτος φάρος κτίστηκε στην Αίγινα το 1827 όταν ο Καποδίστριας την όρισε πρωτεύουσα του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους.Το 1829 άναψε ο πρώτος φανός του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους, στο στόμιο του λιμανιού της Αίγινας, από τον κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια. Μέχρι το 1831 που άναψαν άλλοι δύο φανοί [στις Σπέτσες και στην Κέα] ήταν ο μόνος φανός στο ελεύθερο ελληνικό κράτος. Το 1831 τοποθετήθηκαν ακόμη δύο φανοί στα λιμάνια των Σπετσών και της Κέας αντίστοιχα και το 1834 κατασκευάστηκε ο φάρος στο Γαϊδουρονήσι της Σύρου που είναι ο ψηλότερος του Ελληνικού δικτύου με ύψος 29 μέτρων περίπου, ενώ ακολούθησε και η κατασκευή και πολλών άλλων. Η πρώτη προσπάθεια για την οργάνωση του φαρικού δικτύου έγινε από το βασιλιά Όθωνα, με το ΒΔ (ΦΕΚ 4/16-01-1834) «Περί Οργανισμού Λιμενίων Αρχών», όπου για τη μέριμνα των φανών, ορίστηκαν υπεύθυνοι οι αξιωματικοί των λιμένων. Το 1863 το φαρικό δίκτυο στην Ελλάδα αριθμούσε 29 φάρους και φανούς, ενώ τον επόμενο χρόνο με την απελευθέρωση των Ιονίων νήσων προστέθηκαν άλλοι 15 που είχαν κατασκευαστεί ήδη από το 1822 από τη Μεγάλη Βρετανία στην οποία ανήκαν μέχρι τότε τα Επτάνησα.
Μέχρι το 1887, χρονολογία σταθμό για την ιστορία των Ελληνικών φάρων, προστέθηκαν άλλοι 25 φάροι και φανοί (σύνολο 49) ανάμεσά τους και δύο στη Μαγνησία (ένας στο Τρίκερι και ένας στο Βόλο), πρώην Τούρκικοι, που αποκτήθηκαν με την προσάρτηση της Θεσσαλίας το 1881. Το 1887 επί Χαριλάου Τρικούπη θα ψηφιστεί ο νόμος «περί συστάσεως ταμείου φάρων» ο οποίος θα λύσει οριστικά όλα τα μέχρι τότε προβλήματα και θα δώσει νέα ώθηση στην ανάπτυξή τους. Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-13 θα προστεθούν και άλλοι 35 φάροι και φανοί που είχαν κατασκευαστεί από τους Γάλλους για λογαριασμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με την ενσωμάτωση των «νέων Χωρών» στο Ελληνικό Κράτος και ο συνολικός αριθμός θα ανέλθει στους 193. Σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και λειτουργία του φαρικού δικτύου θα παίξει ο Στυλιανός Λυκούδης ο οποίος υπηρέτησε στην υπηρεσία φάρων για περισσότερο από 50 χρόνια μέχρι και την αποστρατεία του το 1939. Έτσι κατά την 25ετία 1913-1936 με την αναδιοργάνωση της υπηρεσίας φάρων υπό την ευθύνη και την καθοδήγηση του Στυλιανού Λυκούδη θα προστεθούν άλλοι 191 πυρσοί, αριθμός αρκετά σημαντικός στην ολοκλήρωση του φαρικού δικτύου.
Στα χρόνια του Β΄ παγκοσμίου πολέμου οι φάροι θα υποστούν σημαντικές φθορές, αφού αποτελούσαν εύκολο και εμφανή στόχο τόσο στις αεροπορικές, όσο και στις ναυτικές επιδρομές. Μετά την απελευθέρωση, από τους 400 φάρους και φανούς που υπήρχαν σε λειτουργία στις Ελληνικές θάλασσες βρέθηκαν να λειτουργούν μόνον 28.Το 1945 άρχισε μία συστηματική προσπάθεια για την αποκατάσταση των ζημιών και το 1946 λειτουργούσαν ήδη 374 φάροι, φανοί και φωτοσημαντήρες.
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΦΑΡΩΝ
Μέχρι τον 18ο αιώνα στη λειτουργία των φάρων χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή της φλόγας, ως καύσιμη ύλη, τα ξύλα, τα κάρβουνα, ή ακόμη και διάφορες ρητίνες. Από τον 18ο αιώνα και μετά αντικαταστάθηκε η παραπάνω καύσιμη ύλη και καθιερώθηκε το λάδι και κυρίως το πετρέλαιο.Το 1819 ο Fresmel επινόησε και παρουσίασε το πρώτο καταδιοπτρικό μηχάνημα φάρου, ενώ το 1925 ο Le Pante πέτυχε τη ρύθμιση της ταχύτητας περιστροφής του φωτιστικού μηχανήματος. Οι απαιτήσεις όμως της ασφαλούς ναυσιπλοΐας για ανεγέρσεις φάρων σε δυσπρόσιτες περιοχές όπως οι ύφαλοι, οι σκόπελοι, οι βραχονησίδες κ.ά. και η ανάγκη επάνδρωσης των φάρων αυτών, οδήγησε την έρευνα στην κατασκευή φωτιστικών μηχανημάτων που δεν απαιτούσαν την καθημερινή ανθρώπινη παρουσία.
Έτσι το 1911 η Σουηδική εταιρεία AGA παρουσίασε μία τέτοια συσκευή που λειτουργούσε με αέριο ασετιλίνης. Η συσκευή αυτή άναβε αυτόματα τη νύχτα και τις μέρες με πυκνή συννεφιά και έσβηνε πάλι αυτόματα όταν υπήρχε επαρκής ορατότητα. Την περίοδο 1913-16 εγκαταστάθηκαν 25 τέτοιοι αυτόματοι φάροι σε ισάριθμες περιοχές της χώρας μας. Από το 1946 έχουμε τη χρήση του ηλεκτρικού ρεύματος στη λειτουργία των φάρων, εκεί όπου τα κτίσματα αυτά ήταν προσιτά και η ηλεκτροδότησή τους ήταν εύκολη. Τα τελευταία χρόνια σταδιακά εγκαταλείπεται και η ηλεκτρική ενέργεια και αντικαθίσταται με φωτοβολταϊκά στοιχεία που μετατρέπουν την ηλιακή ενέργεια σε ηλεκτρική.
Ο ΦΑΡΟΣ ΤΟΥΡΛΙΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΔΡΟΥ
Ο φάρος αυτός κατασκευάστηκε το 1887. Το ύψος του κυλινδρικού του πύργου ειναι 7 μέτρα και τό εστιακό του ύψος είναι 36 μέτρα. Βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το ενετικό κάστρο στην πρωτεύουσα της Ανδρου στην Χώρα. Είναι ο μοναδικός φάρος χτισμένος πάνω σε βράχο μέσα στην θάλασσα.
Ο Φάρος «πρωτολειτούργησε την 1η Ιανουαρίου του 1897 και ήταν καταδιοπτρικός Ε' τάξεως με φωτοβολία 11 ν. μίλια. Είναι πύργος στρογγυλός ύψους 5 μέτρων. Βρίσκεται επάνω στον ομώνυμο βράχο αριστερά των εισερχομένων στο λιμάνι της Άνδρου. Το 1943 καταστράφηκε από τους... Γερμανούς και το 1950, στα πλαίσια ανασυγκρότησης του φαρικού δικτύου, λειτούργησε ως αυτόματος ασετιλίνης αλλά σε σιδηρόπλεκτο οβελό επάνω στα ερείπια του παλαιού. Το 1994, με δωρεά της οικογένειας Γουλανδρή, -ζεύγος Αλέκου και Μαριέττας Γουλανδρή εις μνήμην της κόρης τους Βιολάντας- ο πύργος ανακατασκευάστηκε στην αρχική του μορφή και από τότε λειτουργεί και πάλι ως αυτόματος ασετιλίνης.
ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΦΑΡΩΝ
Το σύνολο των εγκατεστημένων φάρων, η διάταξή τους και τα χαρακτηριστικά εκάστου αποτελούν το φαρικό σύστημα της Χώρας που περιλαμβάνεται σε ειδικά ναυτιλιακά βοηθήματα (βιβλία) τους Φαροδείκτες. Αρμόδια Υπηρεσία ελέγχου και γενικής εποπτείας του ελληνικού φαρικού συστήματος είναι η Υπηρεσία Φάρων, ανεξάρτητη Υπηρεσία του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού.
Το 1955 οι φάροι που λειτουργούσαν στην Ελλάδα ανέρχονταν σε 470 εκ των οποίων οι 93 ήταν επιτηρούμενοι και οι υπόλοιποι αυτόματοι. Νομοθετημένες τότε οργανικές θέσεις προσωπικού έφθαναν τις 320. Βασικός νόμος που διέπει τους Φάρους στην ελληνική επικράτεια είναι ο Νόμος 1629 του 1951 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει μέχρι και σήμερα.
ΟΙ ΕΡΗΜΙΤΕΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΕΤΡΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΟΥΣ
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ VIDEO